Οι Αμερικανοί δεν είναι ευχαριστημένοι με την κατάσταση της οικονομίας στη χώρα τους και ο πληθωρισμός είναι η Νο. 1 ανησυχία τους. Είναι περίεργο, λοιπόν, που οι υποστηρικτές της Σύγχρονης Νομισματικής Θεωρίας (MMT) - μιας οικονομικής σχολής η οποία υποστηρίζει το είδος της πολιτικής που έφερε την οικονομία των ΗΠΑ σε αυτό το σημείο - ισχυρίζονται ότι η συγκεκριμένη στιγμή αποτελεί για τους ίδιους κάτι σαν δικαίωση.

Αντίθετα, η τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας δείχνει ότι η MMT, όπως είναι γνωστή, είναι λιγότερο μια θεωρία και περισσότερο μια προκατάληψη. Στον βαθμό δε που αποτελεί θεωρία, αποδεικνύεται τόσο μη εφαρμόσιμη όσο την κατηγορούν οι επικριτές της.

Σχεδόν όλοι οι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι οι παραγωγικές κρατικές επενδύσεις σε υποδομές ή επιστημονική έρευνα μπορούν να βοηθήσουν την οικονομική ανάπτυξη. Οι οικονομολόγοι των κυρίαρχων ρευμάτων εξακολουθούν να διαφωνούν ως προς το ζήτημα του εάν οι δαπάνες τόνωσης κατά τη διάρκεια μιας ύφεσης μπορούν να αποτελέσουν καθαρή ώθηση για την οικονομία, ακόμη και αν δεν περνούν το τεστ της παραδοσιακής ανάλυσης κόστους-οφέλους.

Δαπάνες δίχος τέλος

Οι υποστηρικτές της MMT προχωρούν ακόμη παραπέρα ​​από αυτή τη θέση. Υποστηρίζουν ότι το κράτος μπορεί να ξοδεύει όσα θέλει, όποτε θέλει, χωρίς να ανησυχεί για το δημοσιονομικό κόστος. Εκείνο που έχει σημασία, υποστηρίζουν, είναι οι λεγόμενοι πραγματικοί περιορισμοί πόρων - για παράδειγμα, μια έλλειψη δομικών υλικών.

Όταν πιέζονται για τον τρόπο διαχείρισης αυτών των περιορισμών στην πράξη, οι υποστηρικτές της MMT παραδέχονται ότι, θεωρητικά, οι υπερβολικές κρατικές δαπάνες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πληθωρισμό. Γρήγορα, ωστόσο, προσθέτουν ότι ο πληθωρισμός είναι απίθανο να αποδειχθεί πραγματικά προβληματικός - κι αν καταστεί τέτοιος, η κυβέρνηση μπορεί απλώς να περικόψει τις δαπάνες.

Σίγουρα και η απλούστερη αναφορά σε ανεξέλεγκτες κρατικές δαπάνες θα έφτανε για να ανατριχιάσει ορισμένους οικονομολόγους και έχουν υπάρξει πράγματι πολλά τέτοια παράπονα για την MMT. Υπάρχουν όμως και πιο εμπεριστατωμένες κριτικές.

Η συνέχεια στο Capital.gr