Στην εκπνοή του 2022, ο Bernard Arnault, επικεφαλής του γαλλικού ομίλου Louis Vuitton-Moët Hennessy (LVMH), έγινε ο πλουσιότερος άνθρωπος, όχι στη Βαβυλώνα, αλλά στον κόσμο, αφήνοντας δεύτερο τον Elon Musk τόσο στη λίστα του Bloomberg όσο και του Forbes. Η περιουσία του υπολογίζεται ανάμεσα στα 188 και τα 221,8 δισεκατομμύρια δολάρια, με την αξία του ομίλου LVMH να ανεβαίνει κατά 14% μέσα στην προηγούμενη χρονιά.
Πώς, όμως, κατάφερε ο 73χρονος Γάλλος επιχειρηματίας να συγκεντρώσει τόσο πλούτο; Γεννημένος στη Ρουμπέ, μια πόλη κοντά στα σύνορα της Γαλλίας με το Βέλγιο, σπούδασε μηχανικός στην παρισινή École Polytechnique και άρχισε να δουλεύει στην κατασκευαστική εταιρεία του πατέρα του, τη Ferret-Savinel. Το 1978 ανελίχθηκε σε πρόεδρό της και εστίασε στην ανάπτυξη του real estate, μέχρι το 1984, μια χρονιά-σταθμό για την πορεία του.
Η εξαγορά του οίκου Christian Dior
Εκείνη τη χρονιά πληροφορήθηκε ότι η γαλλική κυβέρνηση έψαχνε για πιθανούς αγοραστές του ομίλου Boussac Saint-Frères, στον οποίο ανήκε ο οίκος Christian Dior. Ο Arnault διείδε μια επιχειρηματική ευκαιρία και -αφού πρώτα απέκτησε την εταιρεία πολυτελών αγαθών Financière Agache- κατάφερε να αγοράσει και τον όμιλο Boussac Saint-Frères.
Εκείνη την εποχή ο όμιλος βρισκόταν σε δυσχερή οικονομική κατάσταση και ο Arnault απέλυσε σχεδόν 9.000 υπαλλήλους μέσα σε δύο χρόνια, κάτι που του χάρισε τον χαρακτηρισμό του Εξολοθρευτή. Αφού αναδιάρθρωσε τον όμιλο, πούλησε όλο το πορτφόλιό του, εκτός από τον οίκο Christian Dior και το πολυκατάστημα Le Bon Marché.
Ο οίκος Christian Dior έγινε το Άγιο Δισκοπότηρο του ομίλου, με τον Arnault να καταφέρνει να του δώσει νέα ζωή, να τον κάνει προσοδοφόρο και να τον τοποθετήσει ως ηγέτη στην αγορά των πολυτελών αγαθών.
Ο έλεγχος του ομίλου LVMH
Το 1989 τα πάντα τέθηκαν σε μια νέα βάση, καθώς ο Arnault έθεσε υπό τον έλεγχό του τον όμιλο LVMH, που περιελάμβανε τον οίκο Louis Vuitton, τη σαμπάνια Moët & Chandon και το κονιάκ Hennessy, ενώ πλέον έχει φτάσει να έχει υπό τη σκέπη του πάνω από 70 brands (κρασιά, αλκοολούχα ποτά, ρούχα, αρώματα, καλλυντικά, ρολόγια και κοσμήματα).
Ανάμεσα στο 2000 και το 2023, η αξία των μετοχών του ομίλου αυξήθηκε περίπου κατά 780% και περιλαμβάνει στο πορτφόλιό του κάποια από τα πλέον αναγνωρίσιμα brands του κόσμου της μόδας και της ομορφιάς (Loewe, Marc Jacobs, Guerlain, Sephora, Bvlgari, TAG Heuer, Birkenstock), στα οποία το 2021 προστέθηκε αυτό της Tiffany & Co. Στον ίδιο ανήκουν, επίσης, μεταξύ άλλων, το γαλλικό περιοδικό τέχνης Connaissance des Arts, η μιλανέζικη καφετέρια Caffè Cova και η εφημερίδα Le Parisien.
Ακολούθησε το Esquire στο Facebook, το Twitter και το Instagram.