Σε έναν στενό δρόμο της παλιάς Κωνσταντινούπολης, το 1934, γεννιόταν κάτι που λίγοι θα μπορούσαν να φανταστούν ότι θα άγγιζε τις λεωφόρους του διεθνούς στιλ και, χρόνια μετά, τις βιτρίνες της Αθήνας, στην πιο κομψή γειτονιά της. Ένα μικρό μαγαζί με καπέλα, το "Şen Şapka” (δηλαδή "Χαρούμενα Καπέλα"), ήταν το όνειρο ενός νεαρού οραματιστή, του Vitali Hakko. Αυτό το μαγαζί, με τον καιρό, θα εξελισσόταν σε κάτι πολύ μεγαλύτερο: τη Vakko.

Ο Vitali Hakko δεν ήταν απλώς ένας επιχειρηματίας. Περισσότερο θύμιζε μαέστρο της ζωής, έναν καλλιτέχνη της καθημερινότητας που προσέγγιζε τη μόδα διαφορετικά: ως μέσο έκφρασης αυτού που είσαι — ή αυτού που θες να γίνεις.

Το 1938, η επιχείρηση μετονομάζεται σε Vakko και ξεκινά να παράγει φουλάρια από μετάξι, σε μοναδικά χρώματα και σχέδια, που γίνονται γρήγορα ταυτόσημα με την κομψότητα της εποχής. "Η αισθητική είναι τρόπος ζωής" — η φιλοσοφία του, ξεκάθαρη. Και αυτή η αισθητική παίρνει μορφή: σε φουλάρια, υφάσματα, κουστούμια.

Από τα σοκάκια της Πόλης, η Vakko πέρασε στα μεγάλα αστικά κέντρα της Τουρκίας, ανοίγοντας επιβλητικά καταστήματα στην Άγκυρα, τη Σμύρνη και φυσικά την Κωνσταντινούπολη. Το κατάστημα στο Beyoğlu, με τους οκτώ ορόφους, έγινε σημείο αναφοράς όχι μόνο για το shopping της Πόλης, αλλά και για τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Δεν ήταν απλώς ένα brand. Ήταν ένα σύμβολο του μοντερνισμού, της δυτικότροπης αισθητικής, της Τουρκίας που ήθελε να "ντυθεί" με τον αέρα του Παρισιού.

Ο Vitali δεν σταμάτησε εκεί. Ήξερε πως η μόδα οφείλει να αγκαλιάζει κάθε πτυχή της ζωής. Έτσι, η Vakko επεκτάθηκε: από πολυτελή ρούχα, νυφικά και είδη σπιτιού, μέχρι πατισερί, ξενοδοχεία και fine dining.

Όταν ο Cem Hakko, γιος του Vitali, ανέλαβε την ηγεσία της Vakko, δεν αρκέστηκε στο να κρατήσει τη φλόγα ζωντανή — την ενίσχυσε. Έχοντας ζήσει χρόνια στη Γαλλία, έφερε μαζί του ευρωπαϊκές επιρροές, μένοντας όμως πιστός στην κληρονομιά του πατέρα του. Ο τελευταίος υπήρξε και ο μέντοράς του, διδάσκοντάς του να βλέπει πολλά περισσότερα στους ανθρώπους, πέρα από το παρουσιαστικό τους.

Ο Cem έδωσε στη Vakko πνοή  σύγχρονη, με focus σε νέες γενιές, μέσα από νεανικά brands όπως το Vakkorama, αλλά και με πολυτελείς εμπειρίες που συνδύαζαν μόδα, τέχνη και φιλοξενία.

Ίσως ένα από τα πιο γοητευτικά κεφάλαια της σχεδόν αιωνόβιας ιστορίας της Vakko να είναι αυτό που ανοίγεται σήμερα: η αόρατη αλλά ζωντανή γέφυρα ανάμεσα στην Πόλη και την Ελλάδα. Ο ίδιος ο Vitali Hakko είχε μεγαλώσει στη Γεντικουλέ, μια γειτονιά με Έλληνες, Αρμένιους και Εβραίους. Μιλούσε ελληνικά, είχε φίλους Έλληνες, γαλουχήθηκε με μια πολυπολιτισμική κουλτούρα που τον σημάδεψε για πάντα. Έτσι, όταν η Vakko ανακοίνωσε ότι θα ανοίξει κατάστημα στην Αθήνα, δεν επρόκειτο απλώς (μόνο) για επιχειρηματική επέκταση αλλά και για κάτι σχεδόν συναισθηματικό.

Πρόσφατα, στην πιο high-end γειτονιά της Αθήνας, στο Κολωνάκι, και συγκεκριμένα στην οδό Ηρακλείτου 9, η Vakko απέκτησε το δικό της "σπίτι". Το νεοκλασικό που τη στεγάζει φιλοξενούσε παλαιότερα τη Μαρίκα Κοτοπούλη, προσθέτοντας μια ιστορική αστική αύρα στην εμπειρία. Εντός, ανακαλύπτεις το σύνολο της κοσμοθεωρίας της Vakko που εύκολα, γρήγορα και απλά ερμηνεύεται σε ποιότητα, αισθητική, ευγένεια, φινέτσα. 

Ανδρικά και γυναικεία ρούχα και αξεσουάρ, είδη για το σπίτι, καλλυντικά, ακόμα και σοκολατάκια και σαμπάνιες — όλα ευωδιάζουν την εσάνς του εκλεπτυσμένου, σε μία σύμπραξη που πιστοποιεί αν μη τι άλλο πως η μόδα και το στυλ είναι εδώ για να ενώνουν κουλτούρες και λαούς, με τον τρόπο τους, καταδεικνύοντας και υπερτονίζοντας κώδικες κοινού σε όρους αισθητικής αλλά και συναισθήματος.  

Κάπου εδώ κάνει την εμφάνισή του και ο Λάκης Γαβαλάς. Η χαρακτηριστική του αισθητική και δημιουργική του ματιά συνδέθηκαν με τη Vakko, προσφέροντας έναν διάλογο υψηλής αισθητικής.

Με πάνω από 360 καταστήματα, ξενοδοχεία, bistros και το luxury concept Caviar Kaspia, η Vakko έχει πλέον διαμορφώσει ένα δικό της σύμπαν. Και αυτό το σύμπαν μόλις άνοιξε τις πόρτες του στην Αθήνα.

Ακολούθησε το Esquire σε Facebook, Instagram και Twitter.