Τι έγινε ρε παιδιά;", αναφωνούσε γεμάτος απορία ο Σπύρος των "Απαράδεκτων" που άφησαν εποχή στα τηλεοπτικά ‘90s και που μνημονεύουμε μέχρι και σήμερα. Κάνοντας μία βόλτα στην Αθήνα 30 χρόνια αργότερα, η φράση ξαναηχεί στα αυτιά των παρατηρητικών που εντοπίζουν έναν κοινό παρονομαστή να κάνει αισθητή την παρουσία του στα δρώμενα της πόλης: Το βινύλιο.
"Πριν από μία πενταετία θα σου έλεγα ότι είναι θέμα μόδας, τώρα όμως όχι, γιατί βλέπεις πώς κινούνται οι πολύ μεγάλες δισκογραφικές με καλλιτέχνες παγκoσμίου βεληνεκούς όπως ο Eminem και η Lady Gaga. Όταν εστιάζουν στο βινύλιο και σε διάφορες εκδόσεις αυτού για τα νέα τους άλμπουμ, καταλαβαίνεις ότι κάτι έχει αλλάξει. Όλα έχουν γίνει ψηφιακά, αλλά αν αποφασίσεις να ακούσεις κάτι αναλογικά, πλέον θα το κάνεις μόνο με βινύλιο", λέει ο Άγγελος Αγγελίδης, ιδιοκτήτης καταστήματος δίσκων και ιδρυτής της δισκογραφικής εταιρείας Trumpetfish Records.
"Για την τελευταία πενταετία έχω καλύτερη εικόνα και εικάζω ότι προς αυτήν την κατεύθυνση βοήθησε και η Covid-19. Όταν είσαι όλη μέρα σε κίνηση, είναι λογικό να προτιμάς να ακούσεις κάτι ψηφιακά, γρήγορα και εύκολα. Με τα lockdowns, πολύς κόσμος ξεκίνησε να δίνει περισσότερη σημασία στις λεπτομέρειες που προσπερνούσε. Προ Covid, έρχονταν πιτσιρικάδες και έπαιρναν βινύλια επειδή τους άρεσαν οπτικά, όχι απαραίτητα για να τα ακούσουν. Άλλοι, δε, ήθελαν να διακοσμήσουν τον τοίχο τους με κάτι vintage. Όταν στην πανδημία αποφάσισαν να πάρουν πικάπ, η συνθήκη άλλαξε".
Ο παλιός είναι αλλιώς
Δικαιωμένος και καθόλου αιφνιδιασμένος από την εν λόγω εξέλιξη είναι ο Γιάννης Αλεξίου, δημοσιογράφος και δεινός συλλέκτης δίσκων, ο οποίος είχε προβλέψει την ανάκαμψη του βινυλίου από το 2017, οπότε είχαμε μιλήσει με αφορμή τη διοργάνωση του παζαριού Vinyl Is Back, του οποίου είχε αναλάβει την επικοινωνία. "Έχω στη συλλογή μου 12.000 μεγάλους δίσκους, 3.500 μικρούς, πολύ μουσικό υλικό γενικά. Ξεκίνησα να τους μαζεύω από τον Δεκέμβριο του ‘98 και μέχρι και σήμερα στη ζωή μου προτεραιότητα είναι το βινύλιο", τονίζει, εξηγώντας πως πρόκειται για κανονική επένδυση: "Πολύς κόσμος δραστηριοποιείται μέσω on line πωλήσεων, ενώ κάποιοι μάλιστα βιοπορίζονται αποκλειστικά και μόνο από αυτό." Παράλληλα, υπάρχει και η νέα γενιά δισκοπωλών που ολοένα και εμπλουτίζεται.
Στη λίστα αυτή ανήκει και ο Θωμάς Βασιλάκος, ο οποίος δημιούργησε μία κάβα-δισκάδικο στο Κουκάκι. "Το Hiccups προέκυψε από την αγάπη μου για τη μουσική και το ποτό. Επειδή η πρότερη εργασιακή μου εμπειρία είχε να κάνει με προϊόντα και μάρκετινγκ, ήθελα να φτιάξω ένα κόνσεπτ που να ανασκαλεύει αναμνήσεις και να δημιουργεί νέες. Είχα πάει και στο Μόναχο και είχα δει ένα παρόμοιο μαγαζί, με πιο νοσοκομειακό, στημένο στυλ και είπα να το προσαρμόσω στα μέτρα μου", αποκρίνεται, για να συμπληρώσει αμέσως:
"Επειδή ο χώρος αρέσει πολύ στους επισκέπτες, συνήθως θέλουν να καθίσουν να πιουν ένα ποτό. Στο μέλλον σκοπεύω να το εφαρμόσω χωρίς να μετατρέψω το μαγαζί σε μπαρ. Σκοπός είναι να παραμείνει ως έχει. Για την ώρα θέλω να φτιάξω μια γωνία στην οποία θα βρίσκει κανείς τα βινύλια των καλλιτεχνών που έρχονται για συναυλίες, σε συνδυασμό με τα ποτά που συνήθως πίνουμε κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού".
Ένα πανάκριβο "σπορ"
"Γενικά ένας συλλεκτικός δίσκος κυμαίνεται από 500, έχω δει έως και 30.000 ευρώ. Παλιά τους βρίσκαμε αποκλειστικά στα δισκάδικα αλλά πλέον υπάρχουν τα eBay, Discox και Amazon, όπου γίνονται online πωλήσεις", αποκρίνεται ο Γιάννης σχετικά με το κόστος των βινυλίων, που εντούτοις παρέχουν καλύτερα μεροκάματα σε djs που ξέρουν να παίζουν μουσική με πικάπ. Ένας από αυτούς με εμπειρία που χρονολογείται στα ‘80s είναι ο dj, ραδιοφωνικός παραγωγός και συντάκτης Απόστολος Βαρνάς:
"Για να πάρει την απόφαση ένα μαγαζί ότι θα παίζει αποκλειστικά με βινύλια, πρέπει να κάνει την αντίστοιχη επένδυση για τον απαραίτητο εξοπλισμό. Όποιος παίζει με βινύλια δε, είναι καλύτερα αμειβόμενος, γιατί προσφέρει μία ειδική υπηρεσία. Όπως έχει γίνει η πρόσβαση στη μουσική καθένας μπορεί να γίνει dj. Συλλογές από δίσκους, ωστόσο, δεν έχουν πολλοί και πριν πας να παίξεις χρειάζεται προετοιμασία – από το να τα κουβαλήσεις μέχρι να είσαι συνέχεια σε εγρήγορση για να πετύχεις το σωστό σημείο με τη βελόνα και να αλλάξεις κομμάτι. Είναι πολύ πιο κουραστικό. Στο Όστιν που πήγα πρόσφατα, αλλά και στη Γερμανία, είδα μαγαζιά να παίζουν μόνο δίσκους. Όσοι δεν ενδιαφέρονται τόσο για τη μουσική, βάζουν λίστες Spotify, διαφορετικά έχουν dj που κατά βάση παίζει με βινύλια".
"Εμάς, από την άλλη, μας άρεσε απλώς ως ιδέα και είπαμε να την εντάξουμε στο Line Athens, χωρίς να το έχουμε δει κάπου αλλού στο εξωτερικό", με πληροφορεί ο συνιδιοκτήτης του, Βασίλης Κυρίτσης. "Εφόσον βρήκαμε djs που μπορούν να παίξουν έτσι, ήταν ζήτημα χρόνου να το εφαρμόσουμε. Είναι λίγο ματαιόδοξο να λέμε ποιος αντέγραψε ποιον και να μην εστιάζουμε στο ότι ο ήχος εξαιτίας των βινυλίων είναι καλύτερος. Ο κόσμος μπορεί να καταλάβει ποιος το κάνει επειδή γουστάρει πραγματικά και ποιος το κάνει απλά ως trend".
"Τα βινύλια στα μαγαζιά έχουν πέραση γιατί τα διαφοροποιούν μουσικά από τα άλλα. Το σπάνιο βινύλιο σε ένα dj set είναι η γκουρμεδιά που θα τη βρεις στο συγκεκριμένο μαγαζί και όχι κάπου αλλού. Παράλληλα, το βινύλιο είναι πολύ πιο επικοινωνιακό ως μέσο, σε σχέση με το ακροατήριο που έχεις κάθε φορά στο μαγαζί γιατί έχεις ένα φυσικό προϊόν. Οι περισσότεροι έρχονται, περιεργάζονται το εξώφυλλο του εκάστοτε δίσκου, ρωτούν τίτλους που συνήθως το Shazam δεν βρίσκει…", αναφέρει ο Απόστολος, με τον Βασίλη να υπερθεματίζει με επιχείρημα τα καλά σχόλια που λαμβάνει για το Line Athens, το οποίο, παρεμπιπτόντως, ολοένα και εμπλουτίζει τη δισκοθήκη του. "Όταν κάποιος γνωρίζει τη δουλειά που καλείται να κάνει, δεν έχουμε θέμα να πληρωθεί όσο αξίζει για αυτήν την υπηρεσία", προσθέτει ο Βασίλης.
Homemade βινύλια
Τα τελευταία 5 χρόνια, ο Άγγελος διευρύνει κυριολεκτικά την ελληνική δισκογραφία μέσω του "παιδιού" του, της Trumpetfish Records που δημιούργησε με πολύ μεράκι. "Για να επιλέξουμε ποιους θα δισκογραφήσουμε, δεν χρειάζονται πολλά. Αρκεί να με ενδιαφέρει αυτό που θα ακούσω. Κάνω μία νύξη στον εκάστοτε καλλιτέχνη και εφόσον υπάρχει ενδιαφέρον, προχωράμε. Οι πιο πολλές παραγωγές που έχω ακούσει τελευταία και και μου άρεσαν ήταν jazz, η οποία περνά φάση άνθησης στην Ελλάδα." Το αν έχει ζήτηση, βέβαια, είναι άλλο θέμα: "Συνήθως δημιουργούμε 300-400 κόπιες και το στοίχημα είναι να μπορέσουν να πουληθούν. Μόνη της άλλωστε η δισκογραφική δεν μπορεί να στηριχθεί οικονομικά, δεν είναι βιώσιμη", αποκαλύπτει. Μεταξύ μας, μετά την κανονική "ανάσταση" του αναλογικού ήχου στην πιο ψηφιακή εποχή που ζήσαμε ποτέ, τίποτα στο μέλλον δεν φαντάζει απίθανο.
Ακολούθησε το Esquire στο Facebook, το Twitter και το Instagram.