Όταν το 1990 η ανθρωπολόγος Jane Cowan έγραψε το βιβλίο Η Πολιτική του Σώματος: Χορός και Κοινωνικότητα στη Βόρεια Ελλάδα, προφανώς δεν είχε την ευτυχία να βρεθεί μπροστά σε ένα περιστατικό ανάλογο με αυτό που εκτυλίσσεται στα σχεδόν επτά λεπτά του βίντεο Η αδερφή μου χορεύει techno, το οποίο, τουλάχιστον εμένα, δεν μπορώ να μιλήσω για κάποιον άλλο, μου φαίνεται ότι συμπυκνώνει τις πολιτικές, ιδεολογικές και πολιτισμικές ζυμώσεις της εποχής.

Γυρισμένο το 1992 με ερασιτεχνική κάμερα, καταγράφει μια γιορτή σε ένα τυπικό ελληνικό μεσοαστικό σαλόνι των αρχών της δεκαετίας των 90s (στα στοιχεία περιγραφής δεν διευκρινίζεται αν είναι στην Αθήνα, σε κάποια επαρχιακή πόλη ή χωριό). Αλλά να πέσει το βίντεο που μετράει 100.000+ views, για να αποκτήσεις εικόνα:

Ο χώρος: Κρύσταλλα, σεμεδάκια, πορσελάνες

Δύο τουλάχιστον από τους τοίχους είναι καλυμμένοι με ταπετσαρία, από την οροφή κρέμεται ένας πολυέλαιος με ψεύτικα (;) κρύσταλλα, το σύνθετο που αποτελεί το κυρίως φόντο όσων καταγράφει η κάμερα είναι διακοσμημένο με σεμεδάκια και πορσελάνες. Σε μια άκρια του δωματίου ακουμπάει ένας καναπές και δίπλα του μία ασορτί πολυθρόνα, ενώ σε μια άλλη άκρια είναι τραβηγμένο -προφανώς για την περίσταση, για να δημιουργήσει τον απαιτούμενο κενό χώρο της sui generis πίστας- ένα τραπέζι στρωμένο με λευκό τραπεζομάντιλο πάνω στο οποίο υπάρχουν σερβίτσια με φαγητά και ποτήρια με ποτά (ή ροφήματα).

Ο χρόνος: Ένα σπέσιαλ γεγονός

Πιθανολογούμε ότι το δρώμενο λαμβάνει χώρα κατά έναν σημαίνοντα χρόνο για τους συμμετέχοντες σε αυτό. Αφορμή για τη συγκεκριμένη οικογενειακή ή και φιλική βεγγέρα μπορεί να αποτέλεσε ο εορτασμός κάποιων γενεθλίων (αν και δεν παρατίθενται πλάνα με τούρτα), μια ονομαστική εορτή ή κάποια επαγγελματική επιτυχία.

Πιθανό είναι και το ενδεχόμενο το μίνι γλέντι να αποτελεί 'after' βάφτισης, καθώς σε μία σκηνή διακρίνεται ένα μικρό παιδί καθισμένο στα γόνατα ενός άνδρα να φοράει στο πέτο κάτι που μοιάζει με μαρτυρικό, ενώ η γυναίκα που κάθεται δίπλα τους φαίνεται να παίζει στα χέρια της -μάλλον αμήχανη με όσα διαδραματίζονται μπροστά στα μάτια της- κάτι που μοιάζει με τούλι από μπομπονιέρα.

Η ενδυμασία: Grunge, λαμέ και λευκά πουκάμισα

Οι συμμετέχοντες φορούν τα στερεοτυπικώς θεωρούμενα -ανάλογα με την ηλικία που βρίσκεται ο καθένας τους- 'καλά' τους. Η κύρια πρωταγωνίστρια του δρώμενου είναι μια νέα κοπέλα, ντυμένη σύμφωνα με τις grunge επιταγές της τότε μόδας.

Η μητέρα της (;) έχει φτιάξει τα μαλλιά της μάλλον στο κομμωτήριο και φοράει ένα λαμέ μπλουζοπουκάμισο και εντυπωσιακά σκουλαρίκια. Οι τρεις άνδρες που εμφανίζονται στο βίντεο φορούν όλοι τους λευκό πουκάμισο και μαύρο παντελόνι.

Το κυρίως δρώμενο: Techno

Η πρωταγωνίστρια χορεύει ελεύθερα πάνω στα beats της techno μουσικής, συνοδευόμενη -όχι καθόλη τη διάρκεια του χορού- από κάποιον άνδρα, ο οποίος ίσως να είναι συγγενής της. Μοιάζει να βιώνει τη μουσική, να το 'ζει', παραδομένη στις μεγάλες κινήσεις της, αδιαφορώντας φαινομενικά (;) με όσα διαδραματίζονται γύρω της. Για λίγα δευτερόλεπτα φαίνεται να ζαλίζεται, αλλά γρήγορα επανέρχεται στη χορευτική δράση.

Στη συνέχεια, με μια μικρή παρότρυνση, συμμετέχει για λίγο στο χορό και η μητέρα της (;), αφού σηκωθεί από την καρέκλα της, εξίσου απενοχοποιημένη με την πρωταγωνίστρια στην κίνηση, που θυμίζει κάπως τη Shirley Bassey.

Την ευκίνητη μητέρα (;) ακολουθεί μια νεαρή γυναίκα, πιθανώς οικογενειακή φίλη, η οποία σηκώνεται από την πολυθρόνα στην οποία έχει χυθεί, όταν ακούγεται από τα ηχεία το αγαπημένο της τραγούδι. Έτσι, για ένα μικρό διάστημα συναποτελούν ένα sui generis κουαρτέτο παραδομένο στον έντονο ρυθμό της μουσικής.

Η 'μητέρα' και η 'οικογενειακή φίλη' θα επιστρέψουν -μάλλον κουρασμένες- μετά από λίγο στις θέσεις τους, ενώ από την οθόνη θα κάνουν ένα πέρασμα και δύο παιδιά σε ηλικία δημοτικού σχολείου. Ένα από αυτά, μάλιστα, κάνει ποδήλατο με βοηθητικές ρόδες μέσα στο σπίτι.

> Διάβασε ακόμα: Μία ματιά στον 'Εγκάρσιο Προσανατολισμό' του Δημήτρη Παπαϊωάννου

Η έξοδος

Το βίντεο κλείνει με ένα νέο χορευτικό ζευγάρι, έναν μυστακοφόρο άνδρα που πρέπει να πλησιάζει τα σαράντα και την προηγουμένως αναφερθείσα πιθανολογούμενη οικογενειακή φίλη να χορεύουν ένα αυτοσχέδιο τάνγκο πάνω στο Δεν θέλω πια να ξαναρθείς που ακούγεται με τη χαρακτηριστική και πεντακάθαρη φωνή της Μαίρης Λίντα.

Να σημειωθεί πως μιλάμε για την εποχή που το πρόγραμμα στα καλύτερα 'μαγαζιά' της Αθήνας έκλεινε τα ξημερώματα -προ Νόμου Παπαθεμελή- με δημοτικά τραγούδια και κλαρίνα, καταργώντας μια για πάντα το Ανήκομεν εις την Δύσιν που λίγα χρόνια αργότερα θα έδινε τη θέση του στο Ανήκομεν εις τη Βίσση.

Και όπου Βίσση γράψε Άννα Βίσση (υπάρχουν κι άλλες, π.χ. η Λία), η γυναίκα που καθόρισε όσο καμία άλλη τη νεοελληνική αισθητική από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 μέχρι τα μέσα αυτής του 2000.

> Διάβασε ακόμα: 3 Rooms: Τα σαγηνευτικά 'δωμάτια χορού' του Μπαλέτου της ΕΛΣ

Βέβαια, για να το λήξουμε, όλα τα παραπάνω αποτελούν απλές και μόνο διασκεδαστικές εικασίες της εθνογραφικής σκέψης. Στην πραγματικότητα, η αλήθεια γύρω από το δρώμενο, τους ανθρώπους που το εκτελούν και τους βαθύτερους σκοπούς των πράξεών τους μπορεί να μην βρίσκεται ούτε εδώ, ούτε εκεί, ούτε κάπου στη μέση αλλά κάπου αλλού. Δεν μας νοιάζει, μη σας νοιάζει το ποια είναι η πραγματικότητα. 

Εμείς το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να απολαύσουμε το βίντεο και να αφήσουμε τους πρωταγωνιστές του στη βιντεοσκοπημένη ευφορία τους.


Σημείωση: Το κείμενο που μόλις διάβασες δημοσιεύτηκε πρώτη φορά το 2014, σε κάπως διαφορετική εκδοχή, στο Danceologist, το προσωπικό blog του γράφοντος που δεν υπάρχει πια (το blog, όχι ο γράφων) και εν συνεχεία στο Dancetheater.gr.

 

Ακολούθησε το Esquire στο Facebook, το Twitter και το Instagram.