Συναντήσαμε τον καταξιωμένο ελληνικής καταγωγής Βρετανό σκηνοθέτη Peter Strickland στο 63o Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και συζητήσαμε για τη νέα ταινία του, με τίτλο "Flux Gourmet", όπου οι γαστρεντερικές διαταραχές ενός δημοσιογράφου συνδυάζονται με τις υπερηχητικές περφόρμανς μιας κολεκτίβας, η οποία παίζει μουσική χρησιμοποιώντας γκουρμέ υλικά.

Η συνέντευξη του Peter Strickland στο athinorama.gr

Εξ όσων γνωρίζω, παλαιότερα αποτελέσατε κι εσείς μέλος ενός συγκροτήματος σαν αυτό που βλέπουμε στην ταινία. Εκείνη η εμπειρία σας ενέπνευσε για το "Flux Gourmet"; Πράγματι, αυτή ήταν η αφετηρία για το σενάριο. Μου φάνηκε αρκετά διασκεδαστικό και διεστραμμένο να κάνω μια ταινία γύρω από μια μπάντα που δεν τη γνωρίζει κανένας. Αλλά όλο αυτό χρησίμεψε απλώς ως το πλαίσιο για να διερευνήσω σοβαρότερες θεματικές, όπως τα οξέα γαστρεντερικά προβλήματα, τα αυτοάνοσα νοσήματα και οι αλλεργίες. Κατ’ επέκταση, με ενδιέφερε πολύ να δω πώς αντιδρά το σώμα σε ορισμένα φαγητά.

Εύλογα εκ πρώτης όψεως μπορεί κάποιος να θεωρήσει πως το "Flux Gourmet" αφορά την υψηλή γαστρονομία. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που με απασχόλησε είναι η απεικόνιση των ενδεχόμενων δυσάρεστων συνεπειών που μπορούν να έχουν διαφορετικές τροφές στον άνθρωπο.

Το πραγματικά δύσκολο ήταν να το καταφέρουμε αυτό δείχνοντας συμπόνια. Θα γνωρίζετε κι εσείς πως όποτε στον κινηματογράφο καταγράφεται η δυσφορία των γαστρεντερικών προβλημάτων σχεδόν πάντα γίνεται με όρους κωμωδίας, σπανίως ευσπλαχνίας. Σαφώς και στο κατάλληλο πλαίσιο αυτό μπορεί να είναι ξεκαρδιστικό, αλλά η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Ένα άτομο που υποφέρει από το στομάχι του πολύ συχνά δυσκολεύεται ακόμα και να διατηρήσει μια κοινωνική ζωή, χώρια που βρίσκεται μονίμως υπό καθεστώς πόνου και άγχους. Μέσω της ταινίας μου, λοιπόν, ήθελα να προσδώσω λίγη αξιοπρέπεια σε ανθρώπους που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα. Υπό αυτήν την έννοια, θα ήθελα να επισημάνω εδώ πως ο Μάκης Παπαδημητρίου είχε ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο, καθώς όφειλε να προσέξει η ερμηνεία του να μη φανεί κωμική. Τα κατάφερε άψογα, είναι σπουδαίος ηθοποιός.

>Προσωπικά, ένιωσα πως πετύχατε το σκοπό σας και μάλιστα χωρίς να αποφύγετε τη χρήση χιούμορ. Ναι, βέβαια οι κωμικές σκηνές αφορούν πρωτίστως τις συγκρούσεις των μελών της μπάντας, εκεί που "μιλάει" ο εγωισμός πάνω απ’ όλα. Σε μια ευρύτερη κλίμακα, από την άλλη, θα έλεγα πως το γέλιο προκύπτει από τις καταστάσεις στις οποίες βρίσκονται οι ήρωες, όχι επειδή κάποιος "αερίστηκε" για παράδειγμα. Ας πούμε, στη σκηνή που ο δρ. Γκλοκ (Ρίτσαρντ Μπρέμερ) καλείται να ανακοινώσει στο χαρακτήρα του Μάκη τη διάγνωσή του, προσπάθησα να βρω έναν τρόπο να εντείνω διακριτικά την αγωνία, χωρίς να χρησιμοποιήσω κλασικά κινηματογραφικά εργαλεία, όπως κοντινά πλάνα, συναισθηματικά φορτισμένη μουσική κ.ο.κ.

Δυσκολευόμουν πολύ! Ώσπου μια μέρα, ήμουν στην Ελλάδα και έβλεπα "X-Factor" με παρουσιαστή τον Σάκη Ρουβά. Έτυχε να είναι ο τελικός του διαγωνισμού, έτσι παρατηρούσα προσεκτικά πώς ο Ρουβάς ανακοίνωνε το νικητή. Κρατούσε το φάκελο έχοντας εκείνη την υπέροχη λάμψη στο βλέμμα του, αλλά αργοπορούσε επίτηδες να πει ποιος κέρδισε. Απολάμβανε κάθε στιγμή του σασπένς που προξενούσε, αφού "έπαιζε" με την προσμονή του κοινού. Όταν ήρθε, λοιπόν, η ώρα να γυριστεί η σκηνή που σου περιέγραψα, γύρισα και είπα στον Ρίτσαρντ και στον Μάκη: "Θυμηθείτε το βλέμμα του Ρουβά! Κάντε το ίδιο μεταξύ σας!". (γέλια) Κάπως έτσι κινήθηκα, λοιπόν, συντηρώντας την απορία στην ατμόσφαιρα αρκετά και χρησιμοποιώντας μόνο τους ηθοποιούς μου.

Η συνέχεια στο athinorama.gr