Η φλεβική ανεπάρκεια οφείλεται σε ανεπάρκεια των βαλβίδων των φλεβών των κάτω άκρων, δηµιουργώντας προβλήµατα που ξεκινούν από κιρσούς, φλεβεκτασίες και ευρυαγγείες, ενώ σε πιο προχωρηµένο στάδιο καταλήγουν σε οίδηµα, έλκος, δερµατίτιδα από φλεβική στάση έως και θρόµβωση. Οι παράγοντες που µπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο εµφάνισης κιρσών και ευρυαγγειών αφορούν το οικογενειακό ιστορικό, την ηλικία, το φύλο, το υπερβολικό βάρος, την έλλειψη κίνησης και την ορθοστασία.

Ξεπερνώντας όλα τα επώδυνα στάδια θεραπείας του παρελθόντος µέσω της κλασικής χειρουργικής, οι σύγχρονες, ελάχιστα επεµβατικές µέθοδοι θεραπείας των φλεβικών προβληµά́των (Laser - RFA - σκληρυντικός́ αφρός - ενδοφλέβια κόλλα) προσφέρουν ταχύτατη ανάρρωση και επάνοδο των ασθενών στις καθηµερινές δραστηριότητες –µε τον πόνο και τα ενοχλήµατα µετά την επέµβαση να υποχωρούν άµεσα–, ενώ και το αισθητικό αποτέλεσµα είναι άριστο.

Η εφαρµογή αυτών των εξελιγµένων µεθόδων απαιτεί πολύ ακριβή σχεδιασµό και χαρτογράφηση µε υπέρηχο της πάσχουσας φλέβας πριν από την επέµβαση, µε σηµαντικότερο πλεονέκτηµά τους το γεγονός ότι εκτελούνται µε τοπική αναισθησία σε συνδυασµό µε µέθη, υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση, µε ασφάλεια και ακρίβεια.

Είτε πρόκειται για κιρσούς (διατεταµένες και οφιοειδείς φλέβες που φαίνονται ακριβώς κάτω από την επιφάνεια του δέρµατος) είτε για φλεβεκτασίες και ευρυαγγείες σε προχωρηµένο στάδιο φλεβικής ανεπάρκειας των κάτω άκρων, η συνολική διαδικασία διαρκεί 30-40 λεπτά (σε περίπτωση που η επέµβαση περιλαµβάνει και φλεβεκτοµές, αυτές απαιτούν περίπου άλλα 40 λεπτά). Ο ασθενής δεν αντιλαµβάνεται πόνο, παρά µόνο ήπια ενοχλήµατα (τσουξίµατα) από την τοπική αναισθησία, τα οποία υποχωρούν άµεσα χωρίς την ανάγκη παυσίπονων, ενώ κινητοποιείται σχεδόν άµεσα µετά την επέµβαση και µπορεί να επιστρέψει στο σπίτι του την ίδια µέρα πλήρως κινητοποιηµένος και στις δραστηριότητές του σε 2 έως 3 ηµέρες – µε εξαίρεση την εξαντλητική άσκηση. Αυτές οι µέθοδοι είναι σχεδόν αναίµακτες και ανώδυνες κατά τη διάρκεια αλλά και µετά τη θεραπεία, καθώς δεν υπάρχουν τοµές ή ράµµατα, ενώ τα αποτελέσµατα είναι άµεσα, µε ελάχιστο ποσοστό υποτροπής (περίπου 10% στην 5ετία).


*Ευχαριστούµε για τις πληροφορίες τον Δρα Γεώργιο Βουρλιωτάκη, αγγειοχειρουργό, διδάκτορα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών, µετεκπαιδευθέντα στην Ενδαγγειακή Χειρουργική στο University Medical Center Groningen, διευθυντή Αγγειοχειρουργικής Κλινικής Ευρωκλινικής Αθηνών. www.aggeia.gr