We have a winner: Πριν λίγο, στις 2 η ώρα το μεσημέρι περίπου, η Σουηδική Ακαδημία έδωσε το φετινό Νόμπελ Λογοτεχνίας στην Αμερικανίδα ποιήτρια Louise Glück. Ελάχιστοι έως κανείς δεν περίμενε τη σχετική βράβευση που συνοδεύεται από 10 εκατ. κορώνες Σουηδίας (958.000 ευρώ), μιας και οι bookmakers που αντιμετωπίζουν το βραβείο περίπου ως μεγάλη αθλητική διοργάνωση δεν την είχαν σημειωμένη ψηλά στη λίστα τους. Αν, λοιπόν, υπάρχει κάποια παράδοση που ούτε φέτος έσπασε, είναι το γεγονός ότι βραβεύεται μία λογοτέχνις μεγάλο αουτσάιντερ.

Για άλλη μία χρονιά, γνωστά ονόματα όπως ο Ιάπωνας Haruki Murakami αλλά και η Βρετανίδα Hilary Mantel, δεν καταφέρνουν να κόψουν πρώτα το νήμα. Τα φαβορί, άλλωστε, ποτέ δεν άρεσαν στη Σουηδική Ακαδημία που ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια δέχεται σφοδρή κριτική - όχι πάντα για λογοτεχνικούς λόγους, αφού το σκάνδαλο τύπου #metoo που την ταλάνισε το 2018 ήταν υπεύθυνο για την αναβολή της βράβευσης εκείνη τη χρονιά.

Πέρσι δόθηκαν δύο Νόμπελ: Στην Πολωνή Olga Tokarczuk και τον Αυστριακό Peter Handke, με τον τελευταίο να ξεσηκώνει θύελλα διαμαρτυριών, αφού οι πολιτικές του θέσεις μόνο politically correct δεν θεωρούνται, έχοντας φτάσει στο σημείο να υποστηρίξει ανοιχτά τον εγκληματία πολέμου Slobodan Milosevic. Κανείς, βέβαια, δεν μπορούσε να αμφισβητήσει την αξία του ως λογοτέχνη, παρά μόνο να επισημάνει ότι η πραγματική αξία των καλλιτεχνών ίσως δεν πρέπει να κρίνεται μόνο από το έργο τους αλλά και από τις πράξεις τους.

Το πορτρέτο της Louise Glück

Η νευρική ανορεξία καθώς και οι δύο αποτυχημένοι γάμοι αντί να την τσακίσουν μοιάζουν σαν να ατσάλωσαν το έργο της

"Για τη χαρακτηριστική ποιητική φωνή της που με την αυστηρή ομορφιά της κάνει παγκόσμια την ατομική εμπειρία" ήταν η αιτιολόγηση που συνόδευσε τη βράβευση της 77χρονης Louise Glück. H εβραϊκής καταγωγής ποιήτρια, γέννημα θρέμμα της Νέας Υόρκης, μπορεί να μην είναι ευρέως γνωστή εκτός των αμερικανικών συνόρων, στην πατρίδα της όμως πέρα από τις πολλές και σημαντικές βραβεύσεις αντιμετωπίζεται ως μια εκ των κορυφαίων ποιητριών της γενιάς της. Έτσι, από σήμερα κιόλας, μπορεί περήφανα να λέει ότι είναι Νομπελίστα - η μόλις 16η γυναίκα που βραβεύεται σε αντίθεση με τους 101 άντρες κατόχους του βραβείου.

Τα παιδικά χρόνια και ο στενός οικογενειακός κύκλος παίζουν κομβικό ρόλο στο έργο της, χωρίς όμως να συρρικνώνουν τους ορίζοντές της, μιας και όπως αναφέρει και η Ακαδημία καταφέρνει να μεταμορφώνει την ατομική εμπειρία σε οικουμενική πρόσληψη. Το ντεμπούτο της έγινε το μακρινό 1968 με την ποιητική συλλογή Firstborn, ενώ από τότε μέχρι σήμερα έχουν ακολουθήσει άλλες 11 εκδοτικές προσπάθειες, με την τελευταία να φέρει τον τίτλο Faithful and Virtuous Night (2014)

Τα βιβλία της Louise Gluck παρατάσσονται ένα προς ένα λίγο πριν την βράβευσή της από τη Σουηδική Ακαδημία ως το νέο Νόμπελ Λογοτεχνία για το 2020.

Η ποίηση της Louise Gluck μπορεί να είναι ευαίσθητη, δεν είναι όμως καθόλου εύθραυστη

Η νευρική ανορεξία, μία ασθένεια με την οποία πάλεψε για επτά ολόκληρα χρόνια σε νεαρή ηλικία, αναγκαζόμενη να ακολουθήσει αυστηρή ψυχοθεραπεία για να την ξεπεράσει, καθώς και οι δύο αποτυχημένοι γάμοι αντί να την τσακίσουν μοιάζουν σαν να ατσάλωσαν την ποίησή της. Η Gluck που διατηρεί μία ιδιαίτερη σχέση με την ελληνική μυθολογία πολλές φορές εκφράζει σκέψεις που κανένας άνθρωπος και ιδιαίτερα μία γυναίκα προηγούμενων δεκαετιών δε θα τολμούσε να αποκαλύψει. Όπως όταν παραδέχεται ότι σιχαίνεται το σεξ έτσι όπως της επιβάλλεται από την κοινωνία στο ποίημα Mock Orange ή όταν εξαντλώντας τη σκληρότητα των εικόνων κάνει λόγο για νεκρά παιδιά στο The Drowned Children.

Σχετικά με τη συλλογή της Ararat (1990), o Dwight Garner, κριτικός λογοτεχνίας των The New York Times, είχε γράψει πολύ χαρακτηριστικά ότι αποτελεί το πιο "βάναυσο και γεμάτο θλίψη βιβλίο ποίησης που είχε εκδοθεί στην Αμερική τα τελευταία 25 χρόνια". Η Gluck που δε διαθέτει πτυχίο Πανεπιστήμιου, καθώς η πάλη της με τη νευρική ανορεξία της "απαγόρευε" να μπει στο αυστηρό ημερήσιο πρόγραμμα μίας σχολής, ξεκίνησε από μερικά μαθήματα ποίησης για να βρεθεί, σήμερα, πολλές δεκαετίες μετά στην κορυφή του λογοτεχνικού στερεώματος.

Η πορεία της όμως δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα καθώς μοιάζει να βουτάει, ξανά και ξανά, πολύ βαθιά μέσα της για να ανασύρει σκέψεις που πολύ συχνά προκαλούν δέος. Θέτοντας ως φόντο τη μυθολογική Τροία γράφει στο "Ο θρίαμβος του Αχιλλέα" (μετάφραση Γιώργος Χουλιάρας): "Στην ιστορία του Πάτροκλου / δεν υπάρχει επιζών, ούτε καν ο Αχιλλέας /  που ήταν σχεδόν θεός. / Ο Πάτροκλος τού έμοιαζε· φορούσαν / την ίδια πανοπλία".

Απλές λέξεις, που διώχνουν μακριά την ομίχλη της εξιδανίκευσης. Δεν υπάρχουν ήρωες, ούτε μάρτυρες, ούτε καν επιζώντες. Η ποίηση της Louise Gluck μπορεί να είναι ευαίσθητη, δεν είναι όμως καθόλου εύθραυστη, καθώς κρύβει αγκάθια που τρυπούν τις ψευδαισθήσεις.