Ανάμεσα από τις Άλπεις και τα Απέννινα όρη, το Πιεμόντε, στη βορειοδυτική Ιταλία, θεωρείται μία από τις πιο ενδιαφέρουσες γαστρονομικά περιοχές της χώρας. Η ευρύτερη περιφέρεια γύρω από το Τορίνο (που παρεμπιπτόντως είναι η πρωτεύουσά της) φημίζεται για τη γήινη και πλούσια σε αρώματα κουζίνα της που ισορροπεί ανάμεσα στη λαϊκή γευστική κουλτούρα των χωριών της και τη γαστρονομική φινέτσα του Τορίνο. Βασίζεται σε μπόλικες πρώτες ύλες όπως τα άγρια μανιτάρια και κυρίως την πανάκριβη λευκή τρούφα (tartuffo), το ρύζι, τα ζυμαρικά και τα πικάντικα κρεατικά αλλά και τα Π.Ο.Π. τυριά της - Castelmagno, Gorgonzola, Grana Padano Murazzano μεταξύ άλλων.
Ανάμεσα στις πιο χαρακτηριστικές ντόπιες συνταγές της συγκαταλέγεται και η ομώνυμη σάλτσα, η Piedmontese, γνωστή και ως Bagnet Verd. Παρότι αρχικά φτιάχτηκε για να πλαισιώνει το παραδοσιακό πιάτο με βραστό κρέας, σύντομα έκανε solo καριέρα, με πολλές και ιδιαίτερα νόστιμες χρήσεις. Έχοντας έντονη γεύση και πλούσια υφή μπορεί να εμπλουτίσει πολλά πιάτα, ενισχύοντας το προφίλ σχεδόν κάθε φαγητού. Παράλληλα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως αλοιφή σε μπρουσκέτες και κριτσίνια.
Τα υλικά που χρειάζεσαι για την πιο αυθεντική εκδοχή της είναι πολύ συγκεκριμένα: Δύο χούφτες μαϊντανό, δύο ξαρμυρισμένες αντζούγιες, δύο σκελίδες σκόρδο, 1/2 φλ. ψίχα ψωμιού, λίγη καυτερή πιπεριά, δύο κ.σ. ξύδι και ελαιόλαδο. Προαιρετικά, μπορείς να χρησιμοποιήσεις και έναν βρασμένο κρόκο αυγού.
Η ψίχα του ψωμιού πρέπει να εμποτιστεί με το ξύδι και στη συνέχεια να συμπιεστεί. Κόβεις όλα τα υπόλοιπα υλικά σε ψιλά κομμάτια, φροντίζοντας να καθαρίσεις πολύ καλά τις αντζούγιες, να αφαιρέσεις τον πυρήνα του σκόρδου και να πλύνεις τέλεια τον μαϊντανό - εξίσου τέλειο θα πρέπει να είναι και το στέγνωμά του. Προσθέτεις όλα τα υλικά στην ψίχα με το ξύδι και εν συνεχεία ραντίζεις με ελαιόλαδο, μέχρι το μείγμα να αποκτήσει την υφή της αρεσκείας σου. Την αφήνεις να ξεκουραστεί για λίγες ώρες στο ψυγείο. Να θυμάσαι πως τη συντηρείς πάντοτε εκεί.
Διάβασε ακόμη για το Airbnb των σεφ, τη γαστρονομική κληρονομιά του Michel Roux, την περίπτωση του ντάσι και την καρνιβορική τελειότητα του Drakoulis Dry & Raw.