Η περίοδος του gin tonic και των ευφάνταστων frozen cocktails έχει ξεκινήσει. Όταν όμως ολοκληρωθεί, ακολουθεί εκείνο το μεταβατικό διάστημα πριν αρχίσουν να μπαίνουν στο παιχνίδι τα "βαριά" χαρτιά του spirits industry, όπως το ουίσκι και η βότκα. Μέχρι να συμβεί αυτό όμως, ποτά όπως το ρούμι είναι εδώ για να κάνουν ευκολότερη και ασφαλώς νοστιμότερη τη μετάβαση. 

Πριν τρέξεις μέχρι το πλησιέστερο μπαρ ή επισκεφθείς την πιο κοντινή κάβα για να εξοπλίσεις το home bar σου, οφείλεις να γνωρίζεις κάποια πολύ βασικά πράγματα για το ποτό της χαράς.

Οι 3 σχολές

Η ισπανική προσέγγιση

Η ιβηρική προσέγγιση στην παρασκευή ρουμιού χαρακτηρίζεται από τη χρήση μελάσας ως γλυκαντική ουσία και την εφαρμογή απλής απόσταξης. Η γλυκιά γεύση του είδους οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην παλαίωση σε βαρέλια που προηγουμένως φιλοξενούσαν sherry αλλά και στην μετέπειτα προσθήκη ζάχαρης. Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τα brands από την Κούβα και την Δομινικανή Δημοκρατία.

Η βρετανική μέθοδος

Το βρετανικό στυλ είναι η πιο παλιά διαδικασία παραγωγής, με τη χρήση μελάσας ως βάση, κάτι που δίνει πιο γεμάτο σώμα. Αποστάζεται μέσω της μεθόδου pot still, κάτι που συμβαίνει και με το ουίσκι. Όπως ακριβώς συμβαίνει λοιπόν και με αρκετά malts, έτσι και εδώ, το ποτό παραμένει για αρκετά χρόνια στο βαρέλι. Το ρούμι από τη Τζαμάικα, τα Μπαρμπέιντος και το Τρινιντάντ είναι οι κλασικές περιπτώσεις.

Ο γαλλικός τρόπος

Εδώ συναντάμε τη χρήση φρέσκου χυμού ζαχαροκάλαμου αντί μελάσας, κάτι που οδηγεί σε περισσότερο φρουτώδη γεύση, φυτικό χαρακτήρα και λιπαρή υφή - σε αυτόν εντάσσονται και τα ρούμια της κατηγορίας rhum agricole. Οι περιοχές που παράγονται κυρίως είναι η Γουαδελούπη, η Μαρτινίκα και η Ρεϋνιόν.

Οι μεγαλύτερες παρανοήσεις

Το ρούμι είναι γλυκό λόγω του ζαχαροκάλαμου: Η ζάχαρη που προέρχεται από αυτό δεν είναι ικανή να προσδώσει μεγάλη γλυκύτητα μέσω της απόσταξης. Αυτό συμβαίνει είτε λόγω του βαρελιού στο οποίο παλαιώνει, είτε λόγω της πρόσθετης ζάχαρης σε επόμενο στάδιο. 

Το σκούρο ρούμι είναι καλύτερο: Το χρώμα δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο στον κόσμο του εν λόγω ποτού. Το λευκό ρούμι μπορεί να είναι εξίσου ποιοτικό και νόστιμο.

Το παλαιωμένο ρούμι είναι ποιοτικότερο: Ένα ρούμι που έχει ωριμάσει για 5 χρόνια ισοδυναμεί -στο μέτρο του εφικτού η σύγκριση- με ένα σκωτσέζικο ουίσκι 15 ετών. Αν όμως κάποιος αφήσει ένα ρούμι για μεγάλο διάστημα στο βαρέλι με την ελπίδα να γίνει καλύτερο, μπορεί να έχει ένα αποτέλεσμα που δεν επιθυμεί. Συγκεκριμένα, το ποτό να πάρει υπερβολικά πολλά στοιχεία από το βαρέλι και η πραγματική του γεύση να αλλοιωθεί. 

Είναι προτιμότερο να χρησιμοποιείται σε cocktails: Όχι. Τα κορυφαία ρούμια οφείλονται να δοκιμάζονται σκέτα, με λίγο πάγο. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, είναι θέμα γούστου. 


Διάβασε ακόμη για τις μεγάλες προσδοκίες του highball, το φλογερό ποτό της Κίνας baijiu και τον πλήρη οδηγό για το amaro.