Ο Γιώργος Καπουτζίδης είναι ένας άνθρωπος που λέει ιστορίες

Στον απόηχο του άκρως επιτυχημένου 63ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ο φετινός παρουσιαστής της τελετής έναρξης και ambassador του τμήματος "Αγορά" μοιράζεται με το Esquire μερικές μεγάλες αλήθειες για τη σχέση του με το σινεμά, τη σύγχρονη κωμωδία, αλλά και τον εαυτό του.

Στα χρόνια που δουλεύω ως δημοσιογράφος, πάντα έβγαζα φωτογραφίες με τους καλλιτέχνες που απολάμβανα να συζητώ μαζί τους στις συνεντεύξεις. Κάπως έτσι βρήκα, μία φωτογραφία από το μακρινό 2010 όταν είχα μιλήσει πρώτη φορά με τον Γιώργο Καπουτζίδη για ένα γνωστό περιοδικό της Θεσσαλονίκης. Η αισθητική ήταν α λα Ντένη Μαρκορά που πρόσθετε με photoshop τον εαυτό της δίπλα σε διασήμους, αλλά δε βαριέσαι, το αναμνηστικό στιγμιότυπο υπάρχει. Τότε, ο Γιώργος μόλις είχε ολοκληρώσει τον κύκλο του "Παρά Πέντε" και είχε όρεξη να κάνει κινηματογράφο, όπως μου είχε εκμυστηρευθεί. Σήμερα, 12 χρόνια μετά, έχει στο ενεργητικό του τόσες επιτυχίες σε τόσους τομείς που δικαίως, φέρει τον τίτλο του "πολυεργαλείου". Το ζήτημα για εκείνον, είναι να του αρέσει αυτό που κάνει. 

Στη δεκαετία και κάτι που μεσολάβησε, η μόνη διαφορά που διακρίνω σε εκείνον, είναι μία ενισχυμένη αύρα γαλήνης. Με αφορμή την παρουσία του στο 63ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ως παρουσιαστής στην τελετή έναρξης, όπως και brand ambassador του τμήματος "Αγορά" του ζήτησα να ξανακάνουμε μία κουβέντα. Εκείνος με χαρά, με υποδέχθηκε μέσω βιντεοκλήσης, στο σπίτι του στην Αίγινα, όπου σύμφωνα με τα λεγόμενά του, βρήκε μία ζωή που πραγματικά τον κάνει χαρούμενο. 

Μου έδειξε τη θέα, μου σύστησε την Πατρίτσια που χουζούρευε δίπλα του μακάρια, καθώς και την υπόλοιπη γατοπαρέα που φροντίζει, έβαλα καφέ και ξεκινήσαμε την κουβέντα μας σαν φίλοι που είχαν να τα πουν λίγο καιρό. Μιλά και τα μάτια του χαμογελούν. 

Τα χρόνια του φεστιβάλ και η υγιής σχέση με τον εαυτό μας

>Από ό,τι κατάλαβα από την τελετή έναρξης του Φεστιβάλ, ένα τηλεφώνημα του Ορέστη Ανδρεαδάκη σε έπεισε να βρεθείς στη διοργάνωση;
Για να είμαι ειλικρινής δε θυμάμαι αν μίλησα πρώτα με τη Λήδα Γαλανού ή τον Ορέστη Ανδρεαδάκη. Μου είπαν πάντως να γίνω ambassador στην Αγορά, ο φίλος μου ο Φώτης ο Σεργουλόπουλος ήταν ambassador πέρυσι και μου μετέφερε επίσης ότι του άρεσε πολύ παρά τον περιορισμένο χρόνο που είχε ο ίδιος τότε και σε συνδυασμό με το ότι θα ήμουν έτσι κι αλλιώς στη Θεσσαλονίκη για τις πρόβες του "Όποιος θέλει να χωρίσει… να σηκώσει το χέρι του!" στο ΚΘΒΕ τον άλλο μήνα, δέχτηκα. Τον κινηματογράφο τον αγαπάω -άλλο που δεν ασχολήθηκα ποτέ- η αγάπη μου για το σινεμά ήταν άλλωστε που με έκανε να θέλω να μπω σε αυτήν τη δουλειά, συνεπώς, ήταν λίγο ένας συνδυασμός όλων των παραπάνω. Την πενταετία '90-'95, όσο ήμουν φοιτητής Νομικής στη Θεσσαλονίκη, ήταν που γνώρισα το σινεμά καλύτερα. Τότε παρακολουθούσα συνέχεια ταινίες, εννοείται πως πήγαινα και στο φεστιβάλ.

>Διάβασε ακόμη:  Ο Γιάννης Μπέζος είναι αλλού

Κάπως όλα αυτά μου ταίριαξαν, την αγαπώ πολύ τη Θεσσαλονίκη. Είναι η πόλη στην οποία ανεξαρτητοποιήθηκα, έφυγα από το πατρικό μου και συγκατοίκησα με τον μέχρι και σήμερα καλύτερό μου φίλο που είναι καθηγητής πλέον εκεί. Βέβαια, δε σου κρύβω πως είχε δουλειά όλο αυτό, και ζόρι και τρέξιμο, δεν ήταν ότι είχα άπλετο ελεύθερο χρόνο με τις πρόβες στο ΚΘΒΕ και την επίσημη πρεμιέρα του "42497" στο Θέατρο Ήβη. Το ήθελα όμως και τους ευχαριστώ όλους.

Ο Γιώργος Καπουτζίδης είναι ένας άνθρωπος που λέει ιστορίες

>Μπήκες σε μία διαδικασία αναδρομής του πώς ήταν ο Γιώργος τότε και του πώς είναι τώρα μετά από τόσα χρόνια; Λατρεύω να την κάνω αυτήν την ερώτηση-σύγκριση.
Αυτήν την αναδρομή νομίζω την κάνω έτσι κι αλλιώς, με το που βρίσκομαι στην Αίγινα. Αισθάνομαι ότι είμαι ένας πολύ πιο ήρεμος άνθρωπος, μου αρέσει το πώς μεγάλωσα. Νιώθω ότι έκανα πολλά όνειρά μου πραγματικότητα. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχω απωθημένα, δεν έχω πικρίες μέσα μου και ό,τι κάνω, το κάνω απλώς για να το απολαμβάνω, όχι για να πάω ένα σκαλί παραπάνω ή να με αναγνωρίσει και να με αποδεχθεί ο τάδε. Δεν υπάρχει σημαντικότερο πράγμα από το αποδεχθείς εσύ τον εαυτό σου, να κοιτάξεις και να πεις "ρε συ καλός είμαι, καλά τα πήγα". Από κει και πέρα, μπαίνεις σε μία διαδικασία και επιλέγεις καλύτερα όχι το ποια θα είναι τα όνειρά σου, αλλά το πώς θα είναι η μέρα σου, η πορεία σου, ποια πράγματα σου δίνουν ευχαρίστηση. 

>Και σκεφτόμουν να σε ρωτήσω πώς επιλέγεις τα "ναι" σου. 
Ναι, πλέον επιλέγω πράγματα που με ευχαριστούν. Το Φεστιβάλ ήξερα ότι θα με ευχαριστήσει, γνώριζα βέβαια ότι θα με άγχωνε κιόλας λίγο γιατί όταν έχω να κάνω δύο πράγματα μαζί, παθαίνω ένα "αν γίνεται να σηκωθώ να φύγω να πάω στο νησί". Όταν βρέθηκα παράλληλα να στήνω την παράσταση, μαζί με τα διαδικαστικά της και τα του Φεστιβάλ, νόμισα προς στιγμήν ότι δε θα τα καταφέρω. Ε εκεί λίγο χαλαρώνεις, κάθεσαι και λες "μια χαρά θα πάνε όλα" και τα καταφέρνεις. Η πρώτη μου αντίδραση μου όμως πάντα, είναι να αγχωθώ. Τα "ναι" μου λοιπόν, τα επιλέγω πια με βάση τα πράγματα που μου κάνουν εμένα κάτι στην καρδούλα και το Φεστιβάλ, μου έκανε κάτι στην καρδιά. Μου θύμισε την αγάπη μου για το σινεμά και τη Θεσσαλονίκη, την παρουσία μου εδώ για 5 ολόκληρα χρόνια, δηλαδή είναι σημαντικό για μένα, είναι πολύ όμορφο που το έκανα. 

>Το "αισθάνομαι καλά με τον εαυτό μου" που μου είπες, προέκυψε ως αποτέλεσμα ψυχοθεραπείας ή δουλειάς που έκανες μόνος σου με τον εαυτό σου;
Ψυχοθεραπεία έκανα, βέβαια, αλλά πέρα από αυτό, αισθάνομαι καλά γιατί βλέπω ότι καλά τα πήγα, καλός άνθρωπος είμαι, καλά πράγματα έχω μέσα μου... Όταν θυμώνω ας πούμε ή όταν με εκνευρίζει κάποιος αμέσως με στεναχωρεί αυτό, δηλαδή δε θέλω να μένει μέσα μου πικρία. Μπορεί να γίνει μίσος αν δεν το προσέξουμε και το μίσος μετά έρχεται και καπελώνει τα πάντα μέσα σου, σκοτώνει οτιδήποτε καλό έχεις μέσα σου. Το λέμε και στο "42497" αυτό. Οπότε ναι, χαίρομαι επίσης για την εκτίμηση που εισπράττω από τον κόσμο, έχω πάρει πολλή εκτίμηση. Δεν είναι από συμπάθεια, δημοφιλία ή αναγνωρισιμότητα ή επειδή αγάπησαν ένα ρόλο. Νιώθω ότι αγάπησαν κι εμένα. Καταλαβαίνω ότι με εκτιμούν για αυτό που είμαι και λέω, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, το βλέπω δηλαδή. 

ΓΙώργος Καπουτζίδης
Στην τελετή έναρξης του 63ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

>Είναι τεράστια αλήθεια αυτό, να ξέρεις. Σε όποιον κι αν ανέφερα ότι έχουμε πει να μιλήσουμε, μου είπε "Αχ, τον αγαπώ". 
Σ' ευχαριστώ πάρα πολύ που μου το λες αυτό. Δε μπορείς να φανταστείς πόσο χαίρομαι που καταλαβαίνω ότι αυτό ήρθε μέσα από μένα, ως άνθρωπο, όχι μέσα από ένα ρόλο. Καμιά φορά, παίζει κάποιος ένα ρόλο στην τηλεόραση, είναι φοβερά αγαπητός και λένε στο δρόμο "α ο Χοσέ". Τώρα δε μου λένε αυτό, ξέρουν πολύ καλά ποιος είμαι, τι πιστεύω, τι πρεσβεύω, τι αγαπώ, τι αποφεύγω, όλα αυτά τα πράγματα. 

>Διάβασε ακόμη: Ο απρόβλεπτος κύριος Παπαδημητρίου

>Παρόλα αυτά, αν έπρεπε να επιλέξεις έναν συγκεκριμένο ρόλο που έχεις υποδυθεί και με τον οποίο θα σε θυμόταν στο μέλλον ο κόσμος, ποιος θα ήταν αυτός;
Γενικά θα ήθελα να με θυμούνται ως έναν απλό άνθρωπο που λέει ιστορίες. Δε θέλω να θυμούνται έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα. Θέλω να θυμούνται συνολικά τις ιστορίες που έχω γράψει. Τώρα αν με ρωτάς ποια από όλες είναι πιο πολύ στην καρδιά μου, από τις τηλεοπτικές είναι σίγουρα οι "Σέρρες". 

>Επιστρέφω λίγο στα του φεστιβάλ και στον φοιτητή Γιώργο. Τι παρακολουθούσες τότε; Τι σ' άρεσε;
Έχουν περάσει και 30 χρόνια από τότε, τίτλους προφανώς δε θυμάμαι να σου πω. Εννοείται πως πήγαινα παντού, ακόμη πιο εύκολα όταν βρίσκαμε ως παρέα προσκλήσεις. Γενικά πάντως στον κινηματογράφο, παρόλο που μου αρέσουν οι κωμωδίες στην τηλεόραση, πήγαινα κυρίως σε δραματικές ταινίες. Την περίοδο δε, που ήμουν στη Θεσσαλονίκη, με είχε πιάσει ένα είδος εμμονής με τις οσκαρικές. Όποια ταινία είχε υποψηφιότητα, ακόμη και στην κατηγορία ήχου να ήταν, έπρεπε οπωσδήποτε να πάω να τη δω. Προσπαθούσα μέχρι την απονομή των βραβείων να δω όσο το δυνατόν περισσότερες.

Θυμάμαι ταινίες που με ξάφνιασαν εκείνη την περίοδο: "Η Σιωπή των Αμνών" για παράδειγμα. Παιζόταν τότε στον κινηματογράφο "Αλέξανδρος". Θυμάμαι ότι είχα σοκαριστεί γιατί ήταν μία ταινία για την οποία δεν είχα ακούσει τίποτα, με είχε πάει η παρέα μου και είχα σοκαριστεί και εντυπωσιαστεί μαζί. Θυμάμαι επίσης, και το "Σήκωσε τα Κόκκινα Φανάρια", μία κινεζική ταινία του 1991, υποψήφια για όσκαρ - αυτή πρέπει να την είχα δει στο "Εγνατία", σε μία κάθετο στη Ναυαρίνου ήταν. Το "Παιχνίδι των Λυγμών", το είχα δει δύο μέρες συνεχόμενες, Πέμπτη και Παρασκευή...

>Σου έχει μείνει κάποιο ευτράπελο από εκείνη την περίοδο;
Την περίοδο εκείνη, είχα πάει να δω το "Θέλμα και Λουίζ" και δευτερόλεπτα πριν μπω μέσα στην αίθουσα μου κάνει η φίλη μου: "Μωρέ εγώ συγχύστηκα γιατί έμαθα το τέλος, ότι πέφτουν αυτές στο γκρεμό". Είχαμε μόλις κόψει το χαρτάκι από το εισιτήριο και μπαίναμε στην αίθουσα. Δεν έχω φάει μεγαλύτερο ξενέρωμα σε ταινία, χρειάστηκε να τη δω σε βίντεο όταν βγήκε για να την ευχαριστηθώ και είναι μέχρι και σήμερα μία από τις αγαπημένες μου ταινίες. Ήταν τεράστιο σοκ, καταλαβαίνεις. (γέλια)

Η ευθύνη του γέλιου, η συνοχή δημόσιου και ιδιωτικού λόγου και η πραγματική επιδραστικότητα

>Σου άρεσε όπως λες να βλέπεις δράματα, όμως ο κόσμος θεωρώ ότι σε πρωτοαγάπησε μέσα από το πολύ χαρακτηριστικό -και χωρίς βωμολοχίες- χιούμορ σου. 'Όταν καταπιάνεσαι με κάτι, αισθάνεσαι ένα είδος ευθύνης ότι πρέπει οπωσδήποτε να κάνεις τον κόσμο να γελάσει;
Κοίτα να δεις, τώρα πια όχι. Αν δεις το "42497", θα καταλάβεις. Δεν είναι καθόλου κωμωδία, υπάρχουν 5-6 ατάκες μέσα με τις οποίες ο κόσμος γελάει ενδεχομένως επειδή το έχει ανάγκη να γελάσει και ίσως επειδή αναγνωρίζει το χιούμορ του ανθρώπου που το έγραψε.

Αυτό το έργο το αγαπώ πάρα πολύ -και δεν το αγαπάω τόσο για το κείμενό του που παρεμπιπτόντως με δυσκόλεψε αφάνταστα- αγαπάω την παράσταση, το πώς εξελίχθηκε σε εικόνα και από τη σκηνογράφο μας τη Μαίρη Τσαγκάρη και τον φροντιστή μας, τον Περικλή Μαθιέλλη, την Κική Γραμματικοπούλου που έφτιαξε τα κοστούμια κι από όλους τους ανθρώπους που δούλεψαν πολύ στο εικαστικό του πράγματος, αλλά και από τους 8 ηθοποιούς που του δίνουν ζωή. Έφτιαξαν ένα σύμπαν εκεί πάνω, πραγματικά έναν διαφορετικό κόσμο από αυτόν που ζούμε.

Μιλάνε και κινούνται με έναν δικό τους τρόπο, που τον έχουν συνεννοηθεί αυτοί οι 8 πώς θα είναι. Αυτό λοιπόν το έργο που δεν είναι κωμωδία, αλλά μία ιστορία που πολλές φορές γίνεται στενάχωρη και σκληρή είναι σα να μου άνοιξε μία τεράστια πόρτα ελευθερίας -που θα την άνοιγα έτσι κι αλλιώς και θα το ξαναπροσπαθούσα, και τώρα να μην πετύχαινε. Είναι σα να μου έδωσε ένα εισιτήριο με το οποίο μπορώ να γράψω ό,τι θέλω, ό,τι έχει η καρδούλα μου μάλλον. Αυτό το έργο βγήκε μέσα από την καρδιά μου με βάση τα πράγματα που έζησα. Άρα δε σκέφτηκα να γράψω κάτι για να κάνω τον κόσμο να γελάσει, σκέφτηκα θα γράψω αυτό που έχω μες την καρδιά μου αυτήν τη στιγμή, σα να μην το έγραψα για εσάς και να το έγραψα για μένα. Αλλά χαίρομαι που το ευχαριστιέται και ο κόσμος πάρα πολύ. 

>Διάβασε ακόμη: Ο Βαρδής Μαρινάκης βαδίζει στο δικό του Σιωπηλό Δρόμο

>Είχα σχετικά πρόσφατα μία κουβέντα με τον Λάμπρο Φισφή που μου είπε ότι όταν έφευγε από φιλικό τραπέζι του είπαν 'περιμέναμε κάτι καλύτερο', θεωρούσαν δηλαδή ότι θα κάνει αστεία όλη την ώρα. 
Εγώ το καταλαβαίνω αυτό καμιά φορά όταν με χαιρετάνε κάποιοι στο δρόμο και λένε "Γεια σας τι κάνετε", χαιρετάω και τους λέω "Ευχαριστώ πολύ". Κοιτάνε λίγο παραξενεμένοι, νιώθουν ότι κάτι ίσως πω ή κάπως θα αντιδράσω που μπορεί να τους κάνει να γελάσουν, δεν ξέρω τι! (γέλια) Πέρα από την πλάκα, δε με πολυαγχώνει αυτό, ούτε το πολυσκέφτομαι και αυτό μάλλον δείχνει και μία ελευθερία και μία ωριμότητα ότι είσαι αυτός που είσαι, προχωράς στο δρόμο όπως θέλεις, συνομιλείς με την παρέα σου όπως θέλεις, έτσι όπως είναι ειλικρινές για εσένα. Αντίστοιχα, ότι γράφεις αυτό που αντικατοπτρίζει το ποιος είσαι την παρούσα στιγμή χωρίς να σκέφτεσαι τι περιμένει ο άλλος από σένα.

Δεν πρέπει άλλωστε να ετεροκαθορίζεσαι, πρέπει να είσαι αυτός που θέλεις να είσαι. Κι από κει και πέρα σε κάποιους θα αρέσεις, σε άλλους όχι. Νομίζω ότι οι άνθρωποι που με εκτιμούν και βλέπουν τις δουλειές μου, μπαίνουν σε μία θεατρική αίθουσα ή αντίστοιχα ανοίγουν την τηλεόραση χωρίς να έχουν την απαίτηση να τους κάνω να γελάσουν, αλλά θέλουν να δουν "τι έχει να μας πει αυτήν τη φορά ο Καπουτζίδης". Αυτό για μένα είναι μεγάλο κέρδος. 

>Κι εγώ πιστεύω πως ισχύει αυτό που λες. 
Ένα πολύ καλό παράδειγμα που το εκτιμώ ιδιαιτέρως και συμμετείχε και στην πρώτη μου δουλειά είναι η Ελένη Ράντου. Πήρε το σενάριο και απογείωσε το ρόλο της Μπίας στις "Σαββατογεννημένες". Ειλικρινά θαυμάζω την πορεία της στο θέατρο. Έχει το θέατρό της, γράφει την ιστορία που θέλει αυτή, είτε κάνει διασκευή κάποιου έργου είτε γράφει δικό της έργο και το κοινό την αγαπά, την εκτιμά και θέλει να δει τι ιστορία θέλει να του πει η Ελένη κάθε φορά. Δε λογαριάζει αν η Ελένη έχει γράψει κωμωδία, δράμα, κάτι ψυχαναλυτικό, κάτι φοβερά διασκεδαστικό... Θέλει να ακούσει την Ελένη. Πάντοτε τη θαύμαζα αυτήν την πορεία και θέλω να πιστεύω πως με κάποιο τρόπο πηγαίνω κι εγώ προς τα κει, ας πούμε. Έχω μόνο δυο έργα στο ενεργητικό μου, η Ελένη έχει 22, προφανώς δεν τίθεται θέμα σύγκρισης! (γέλια) 

>Το ξέρεις ότι μόλις μου περιέγραψες το πραγματικό influencing; Αν υφίσταται τέτοιος όρος δηλαδή.
Ναι γιατί, αλλιώς είσαι εσύ υπό την επήρεια του κοινού. Ξέρω πάρα πολύ καλά τι χρειάζεται να πεις για πάρεις followers ή να πάρεις μπράβο στα σόσιαλ μίντια. Και βλέπω ανθρώπους που το κάνουν αυτό το πράγμα και που ο δημόσιος λόγος τους λαμβάνει πολλά χειροκροτήματα και πολλές καρδούλες, ενώ ο ιδιωτικός τους είναι τελείως διαφορετικός από αυτόν. Αυτό δεν θα το έκανα ποτέ. Και είναι και ένας λόγος για τον οποίο έκανα coming out μετά από μία συζήτηση που είχα με τον τότε σύντροφό μου.

Μου είχε πει τότε "Ναι αλλά ο δημόσιος λόγος σου σε αυτό το θέμα δεν ταιριάζει τόσο πολύ με τον ιδιωτικό". Πράγματι, στον ιδιωτικό λόγο ήμουν φοβερά διεκδικητικός, μαχητικός, μιλούσα παντού για τα ΛΟΑΤΚΙ δικαιώματα και εξηγούσα σε φίλους μου και πράγματα που ίσως δε γνώριζαν, αλλά στο δημόσιο λόγο μου πετούσα κάτω από τα ραντάρ. Όταν μου το είπε, συνειδητοποίησα ότι είχε δίκιο, ο δημόσιος λόγος μου δεν ήταν τόσο δυναμικός. Μία ημέρα μετά, μίλησα σε μία εκπομπή, έκανα coming out και ο δημόσιος λόγος μου ταίριαζε πια απόλυτα με τον ιδιωτικό και θέλω να ταιριάζει πάντα. 

>Αυτό που εισπράττω από σένα όπως μιλάμε, είναι η γαλήνη ότι τα έχεις όλα τακτοποιημένα στο μυαλό σου. 
Αλήθεια είναι αυτό. Και είναι ωραίο να κοιμάσαι ήσυχος. Γι' αυτό όταν σου συμβαίνουν δυσκολίες, μετά τις αντιμετωπίζεις κάπως πιο ψύχραιμα. Δεν πέρασα κι εύκολα μέσα σ' αυτήν τη χρονιά... Ας μη μιλήσουμε για την απώλεια του Πάνου Νάτση... Ας πούμε για το ότι έπεσα, που έσπασα το χέρι μου, που έσπασα το πόδι μου... (γέλια) Και όλο αυτό στην εβδομάδα που είχαμε την παρουσίαση της σειράς και πήγα εκεί με τους γύψους... Ε κάπως λίγο όταν σου τυχαίνουν τα δύσκολα, λες ότι "ωραία, αφού μου ήταν όλα καλά και στρωτά, τώρα κι αυτό το σπάσιμο πρέπει να το αντιμετωπίσω σαν 'αλίμονο, δε θα με πετύχει κι εμένα κάτι κακό;'". Κάπως έτσι δηλαδή το σκεφτόμουν στο νοσοκομείο. 

>Διάβασε ακόμη: Ο Κωνσταντίνος Καζάκος είναι ένα μεγάλο παιδί

>Στη γλωσσοφαγιά πιστεύεις;
Κοίταξε, μου το είπανε πολλοί, αλλά τους είπα "παιδιά, δεν οδήγησα σωστά". Έτρεξα και πάτησα και το μπροστινό το φρένο. Αν αρχίσουμε και τα αποδίδουμε όλα μόνο στη γλωσσοφαγιά και στο μάτι και σ' όλα αυτά, δε θα διορθώσουμε ποτέ τα λάθη μας. Αν μη τι άλλο ξέρω, ότι δεν πρέπει να τρέχω τόσο στην κατηφόρα και δεν πρέπει να πατάω τόσο το μπροστινό το φρένο. 

>Εκείνοι των οποίων τα λόγια δε συνάδουν με τις πράξεις τους, γίνονται αντιληπτοί από τον κόσμο πιστεύεις;
Όχι πάντοτε. Για να τους καταλάβεις, πρέπει σίγουρα να δουλέψει το μυαλό. Αν το έχεις στον αυτόματο, δε θα τους καταλάβεις, όχι. Το κοινό είναι 10 εκατ. άνθρωποι στην προκειμένη περίπτωση. Και αυτοί οι άνθρωποι έχουν διαφορετική αντίληψη, γνώμη, μόρφωση, καρδιά, μυαλό, οπότε δεν είναι ότι όλοι μαζί θα καταλάβουμε κάτι ή όλους μαζί θα μας ξεγελάσει κάποιος. Ο καθένας πρέπει να δουλέψει από μόνος του σε σχέση με αυτό, δε θα βοηθηθεί από τον διπλανό του. 

Η σύγχρονη κωμωδία, ο αυτοσχεδιασμός και η "Εθνική Ελλάδος" που δεν πήγε σινεμά

>Γιώργο, θέλω τη γνώμη σου και για κάτι ακόμη. Πρόσφατα είχα μία κουβέντα με έναν φίλο και τον ρώτησα αν πάει θέατρο. Μου είπε ότι πηγαίνει σε κωμωδίες. Υπάρχουν δηλαδή σήμερα καλές κωμωδίες. χωρίς φθηνό χιούμορ; Γελάμε σήμερα;
Και βέβαια υπάρχει. Και υπάρχει και παντού. Πιστεύω κιόλας ότι μέσα από όλη αυτήν τη διαδικασία της πολιτικής ορθότητας που κάποιους μπορεί να τους στριμώχνει και να τους στεναχωρεί -γιατί ακόμη στη διαδικασία είμαστε, η πολιτική ορθότητα δεν είναι το αποτέλεσμα, είναι το εργαλείο για να φτάσουμε εκεί που πρέπει να φτάσουμε- το χιούμορ μας καλυτερεύει. Εγώ είχα τη χαρά λοιπόν, να γράψω μία κωμωδία που παίχτηκε για τρία χρόνια στην Αθήνα, πήγε πάρα πολύ καλά, αγαπήθηκε πολύ από τον κόσμο, δεν προσέβαλε κανέναν...

>Συγγνώμη που σε διακόπτω, αλλά για μένα είσαι από τις ελάχιστες εξαιρέσεις στο είδος. Έχω δει πολυδιαφημισμένες κωμωδίες και αισθάνθηκα άβολα με τα αστεία τους. 
Έλα εντάξει, έχει κι άλλο κόσμο. Και μάλιστα χαίρομαι, γιατί πάντα πίστευα ότι είναι μία ωραία ευρωπαϊκή ποπ κωμωδία και χαίρομαι που πρόκειται να ταξιδέψει και στην Ευρώπη. Έχει πάρει το έργο μία ερασιτεχνική ομάδα Ελλήνων στη Ζυρίχη και θα παιχτεί σε κεντρικό θέατρο της πόλης με αγγλικούς και γερμανικούς υπέρτιτλους που αποδεικνύει αυτό που πίστευα εξαρχής, ότι είναι μία ευρωπαϊκή κωμωδία. Στο μεταξύ, τώρα συζητάμε να ταξιδέψει και σε μία ακόμη ευρωπαϊκή πόλη, από άλλη ομάδα. Κράτα πάντως το ότι ο καθένας μας έχει το δικό του χιούμορ και τη δική του εξέλιξη ούτως ή άλλως. Κάποτε κι εγώ θύμωνα, ναι με εκνεύριζε ή έστω με προβλημάτιζε ότι κόσμος γελούσε με πράγματα που εγώ μπορεί να έβρισκα σαχλά, προσβλητικά και που έβλεπα κιόλας να κάνουν επιτυχία π.χ. στην τηλεόραση.

Σε κάποια φάση σταμάτησα να ενοχλούμαι και είπα ότι αυτή είναι η πραγματικότητα. Από κει και πέρα γνωρίζοντας ότι αυτή είναι η πραγματικότητα σκέφτηκα "Εσύ ξέρεις ποιος είσαι, ξέρεις τι θέλεις να γράψεις, ξέρεις αυτό που σε αντιπροσωπεύει, μην πηγαίνεις προς αυτήν τη σάχλα γιατί αν πας προς τα κει θα είσαι ένας δυστυχισμένος άνθρωπος, γιατί δε θα είσαι ο εαυτός σου, θα σε έχεις ξεπουλήσει για να γίνεις κάτι άλλο και να μαζεύεις θαυμαστές. Οπότε έχε εμπιστοσύνη σε αυτό που είσαι, στο δικό σου χιούμορ που προκύπτει από το πώς είσαι εσύ ως προσωπικότητα και αυτοί που είναι να έρθουν, θα 'ρθουν". Αυτό έκανα και γέμισε ένα θέατρο τρία χρόνια. 

>Έχεις ένα τρομερό εργαλείο στη διάθεσή σου, τον αυτοσαρκασμό. Είναι εργαλείο αυτοσυντήρησης επίσης;
Όχι, γιατί ξέρεις τι, καμιά φορά οι άνθρωποι τον χρησιμοποιούν λίγο παραπάνω για να προστατευθούν από κάτι, να μην πληγωθούν κλπ. Νιώθω ότι δεν πληγώνομαι και τόσο εύκολα. Οπότε όχι, μου βγαίνει έτσι για να γελάσουμε, πραγματικά. Ειδικά στο θέατρο δηλαδή, τρολάρουμε πολύ ο ένας τον άλλον και είναι για να γελάσουμε, όχι για να προστατευθώ από κάτι. 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

A post shared by ykapoutzidis (@ykapoutzidis)

>Αλήθεια, στο θέατρο αυτοσχεδιάζεις;
Όταν παίζω ή όταν γράφω κάτι; 

>Όταν παίζεις.
Ναι, με μέτρο. Θέλω να το σέβομαι το κείμενο και θέλω να το σέβονται και οι άλλοι το δικό μου κείμενο. Αλλά δε θέλω, να αισθάνομαστε εγκλωβισμένοι ούτε εγώ ούτε οι ηθοποιοί μου. Θέλω να νιώθουν ότι είναι ελεύθεροι να προτείνουν΄και να δοκιμάσουν κάτι, να προσθέσουν ή να αφαιρέσουν κάτι αν δεν τους βολεύει. Συνηθίζω να τους λέω το εξής: "Το τάδε κείμενο είναι έτσι, αλλά αν κάτι δε σας βολεύει, αν κάτι δε θες να το πεις και θες να το αλλάξεις, θα το συζητήσουμε και θα το αλλάξεις. Γιατί θα ανέβει η παράσταση, εγώ μετά θα φύγω στην Αίγινα, θα ταΐζω γατιά κι εσύ θα είσαι εκείνος που θα πρέπει κάθε βράδυ να λες αυτήν την ατάκα που δεν τη χωνεύεις καθόλου. Θα περάσεις άσχημα 6 μήνες, για μία ατάκα.". Δε θέλω ο ηθοποιός μου να αισθάνεται κάτι τέτοιο.

>Πάντως, το 2010 που μιλήσαμε πρώτη φορά, μου είχες πει ότι το επόμενο σου βήμα θα ήταν στον κινηματογράφο. 
Μα θέλω να σου πω -το συζητούσαμε κιόλας και με τα παιδιά του φεστιβάλ- η "Εθνική Ελλάδος" που έγραψα μετά το "Παρά Πέντε" είχε ξεκινήσει στο μυαλό μου σαν κινηματογραφική ταινία. Είχα αρχίσει να το γράφω για το σινεμά. Μετά σε κάποια φάση άφησα αυτό το σενάριο γιατί είχα δύο συνεχόμενες θεατρικές παραστάσεις. Όταν το ξαναέπιασα, γνωρίζοντας καλύτερα τη δομή της τηλεόρασης ή θέλοντας να φτάσει αυτή η ιστορία σε όλη την ελληνική επικράτεια, στα σπίτια του κόσμου, αποφάσισα να γίνει σειρά.

>Διάβασε ακόμη: Χρήστο Μασσαλά, πώς είναι η ζωή στο Broadway;

Μετά, να σου πω την αλήθεια, δε μου ξανάρθε η επιθυμία για σινεμά. Ίσως γιατί κι εγώ και λόγω πανδημίας, έχασα κάπως την επαφή μου. Όλοι συνηθίσαμε να επιστρέφουμε σπίτι, να μπαίνουμε σε μία πλατφόρμα και να βλέπουμε τη σειρά μας όποτε θέλουμε. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ήθελα οι "Σέρρες" να βρίσκονται σε μία πλατφόρμα και όχι στην ελεύθερη τηλεόραση. Θέλω να είναι εκεί, διαθέσιμη, για οποιονδήποτε θελήσει να τη δει, οποτεδήποτε, με την ησυχία του. Πόσω μαλλον τώρα, που πρωταγωνιστεί ένας άνθρωπος που "έφυγε" από τη ζωή και τον αγαπάμε τόσο πολύ, είναι σα να ανοίγεις ένα κουτί αναμνήσεων και να τον βλέπεις. Έλεγα αλήθεια πάντως τότε, η Εθνική Ελλάδος γραφόταν τότε για τον κινηματογράφο. 

>Άρα, ο κινηματογράφος υπάρχει κάπου στο κάδρο για το μέλλον.
Θα σου πω. Τώρα πια τα πράγματα, από όταν ήρθα στο νησί, έχουν γίνει πολύ πιο απλά. Δεν έχω σχέδια μακροπρόθεσμα, δε σκέφτομαι υπερφιλόδοξα πράγματα, δεν έχω τέτοια στο μυαλό μου. Θέλω να ξυπνάω, να είμαι εδώ στο νησί, να ανοίγω τον υπολογιστή, να κοιτάω τη θάλασσα και να γράφω ιστορίες. Χωρίς να σκέφτομαι τι θα γίνουν αυτές. Δηλαδή ακόμα και οι "Σέρρες", ήταν η ιστορία που έγραφα για να μου κάνει παρέα, όταν ήμουν στις Σέρρες που είχε σπάσει ο μπαμπάς μου το χέρι του (όπως και ο Γιώργος ο Γάλλος στη σειρά) και μετά, όταν έφυγα από εκεί και ήρθα εδώ στην Αίγινα, μου έκανε παρέα στην καραντίνα του χειμώνα που ήμουν μόνος μου εδώ. Αφού τελείωσα το τέταρτο επεισόδιο, σκέφτηκα "αυτό να δεις θα γίνει σίριαλ" και άρχισα μετά να το επικοινωνώ. Πραγματικά ήταν η παρέα μου και ήταν η πιο ωραία συγγραφική διαδικασία που έχω ζήσει, αυτό το "γράφω χαλαρά μία ιστορία, έτσι, για μένα".

>Η εξέλιξη του ελληνικού κινηματογράφου πώς σου φαίνεται; Με τη γνώμη σου θέλω να κλείσουμε.
Δεν είμαι και ο πιο ειδικός να μιλήσει επί του θέματος, γιατί δεν παρακολουθώ τόσο πολύ. Νομίζω όμως πως διακρίνω αληθινή πρόοδο. Μία από τις τελεύταίες ταινίες που παρακολούθησα σε αίθουσα προ καραντίνας, ήταν "Η Ευνοούμενη" του Γιώργου Λάνθιμου. Όταν έχεις αυτόν τον άνθρωπο ως εκπρόσωπο στο εξωτερικό, μόνο ευοίωνα μπορούν να είναι τα πράγματα, για τις επιτυχίες του πρέπει να υπερηφανευόμαστε και να είμαστε χαρούμενοι όλοι. Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε την παλέτα να ανοίγει, έχει περισσότερες αποχρώσεις και αυτό είναι πολύ θετικό διότι όλα χρειάζονται, όλα πρέπει να υπάρχουν. Δεν πρέπει να παράγουμε ένα πράγμα μόνο π.χ. μόνο εμπορικές κωμωδίες, μόνο ψαγμένα ψυχαναλυτικά, μόνο weird... Πρέπει να τα παράγουμε, να υπάρχουν όλα, έχουμε ανάγκη την εξωστρέφεια. Αν δεν υπήρχε η πανδημία κιόλας, πιστεύω πως αυτή η άνθηση θα ήταν ακόμη πιο έντονη. 

*Ο Γιώργος Καπουτζίδης σκηνοθετεί την παράσταση "42497" στο Θέατρο Ηβη στην Αθήνα, αλλά και την παράσταση "Όποιος Θέλει να Χωρίσει…να Σηκώσει το Χέρι του!" που κάνει πρεμιέρα στις 10 Δεκεμβρίου στο Βασιλικό Θέατρο του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη.

Ακολούθησε το Esquire στο Facebook, το Twitter και το Instagram.

Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις

Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για πολιτικές εξελίξεις, συνεντεύξεις διασήμων, συμβουλές για αντρική μόδα και συνταγές για φαγητό και πότο στο esquire.com.gr